Καταχρηστική η διατήρηση και χρήση δεδομένων επικοινωνιών στην ΕΕ

Καταχρηστικός χαρακτηρίστηκε από ευρωβουλευτές τεσσάρων πολιτικών ομάδων του Ευρωκοινοβουλίου ο τρόπος με τον οποίο εφαρμόζεται ευρωπαϊκή οδηγία που ισχύει από το 2006 για την διατήρηση δεδομένων επικοινωνιών όλων των Ευρωπαίων πολιτών έως και 24 μήνες.

Η κριτική που απευθύνθηκε στην αρμόδια Επίτροπο, Σεσίλια Μάλστρομ, αφορά στην
Οδηγία 2006/24/ΕΚ για την διατήρηση δεδομένων. Με βάση αυτή την Οδηγία, επισήμαναν οι ευρωβουλευτές, οι εταιρείες παροχής υπηρεσιών στο διαδίκτυο, είναι υποχρεωμένες να παρακρατούν και ν' αποθηκεύουν την κάθε τηλεφωνική συνδιάλεξη, την κάθε στιγμή που βρίσκεται κάποιος στο Ίντερνετ και το κάθε μήνυμα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, για χρονικό διάστημα από 6 έως και 24 μήνες.

Παράλληλα, είναι υποχρεωμένες να καταγράφουν ποιος καλεί ποιον, ποιες ιστοσελίδες επισκέπτονται οι χρήστες καθώς και την προέλευση και τον προορισμό των ηλεκτρονικών μηνυμάτων που ανταλλάσσονται μεταξύ των χρηστών του Ίντερνετ.

Απαντώντας, η Σουηδέζα επίτροπος Εσωτερικών Υποθέσεων σημείωσε ότι η καταγραφή και αποθήκευση των δεδομένων είναι απαραίτητη «για να προστατευθεί ο κόσμος» προσθέτοντας ότι οι αστυνομικές και άλλες υπηρεσίες ασφαλείας των κρατών μελών έχουν «κατ' επανάληψη τονίσει την ανάγκη να έχουν πρόσβαση στα δεδομένα αυτά», συμπληρώνοντας ότι φυλάσσονται υπό αυστηρούς όρους και μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα.

Υπό την πίεση των ευρωβουλευτών ότι θα πρέπει τώρα να αναμορφωθεί η Οδηγία για τη συγκέντρωση των ηλεκτρονικών προσωπικών δεδομένων των Ευρωπαίων πολιτών, η κ. Μάλστρομ δέχθηκε ότι υπάρχουν ορισμένα σημεία, στα οποία η οδηγία επιδέχεται βελτιώσεων, αναφερόμενη στην ανάγκη να εξετασθούν:

  • η μείωση και εναρμόνιση του διαστήματος αποθήκευσης
  • η αποσαφήνιση του ποια δεδομένα παρακρατούνται και αποθηκεύονται
  • η θέσπιση κοινών ελάχιστων κριτηρίων για την πρόσβαση στα στοιχεία και τη
  • χρήση τους
  • η ενίσχυση της προστασίας των αποθηκευμένων δεδομένων
  • η βελτίωση των τρόπων αποζημίωσης των παρόχων για το κόστος της αποθήκευσης.

Ο Γερμανός ευρωβουλευτής της Ομάδας των Φιλελευθέρων, Αλεξάντερ Αλβάρο, σημείωσε ότι το θέμα συζητείται από το 2010, αλλά πολλά τεχνικά, νομικά και οικονομικά ζητήματα παραμένουν σε εκκρεμότητα, ενώ μεγάλος αριθμός πολιτών απορρίπτει ολοσχερώς την αποθήκευση των στοιχείων. Όπως σημείωσε, δε, «βαρεθήκαμε αυτή την κατάσταση και ελπίζουμε να βρεθεί ευρωπαϊκή λύση».

Μιλώντας για λογαριασμό της Ομάδας των Πρασίνων, η Ολλανδέζα ευρωβουλευτής Τζούντιθ Σαργκεντίνι, απαίτησε τη θέσπιση «νομοθετικού πλαισίου προστασίας του πολίτη» καθώς, όπως κατήγγειλε, το υφιστάμενο νομικό πλαίσιο, προσφέρεται μόνο για καταπάτηση του δικαιώματος της ιδιωτικής του ζωής. «Καιρός να τελειώνουμε με αυτή την οδηγία και να αναζητήσουμε εναλλακτικές λύσεις» δήλωσε.

Για την Ομάδα των Σοσιαλιστών-Δημοκρατών, η Γαλλίδα ευρωβουλευτής Συλβί Γκιγιώμ, υποστήριξε ότι «πρέπει να εξισορροπήσουμε ασφάλεια και ελευθερίες», απαιτώντας να υπάρξει παρέμβαση, αν μη τι άλλο επειδή το δικαίωμα στην προστασία της ιδιωτικής ζωής προστατεύεται ρητά από την Ευρωπαϊκή Χάρτα Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

Τέλος, για την Ομάδα της Ευρωπαϊκής Ενωτικής Αριστεράς η Γερμανίδα ευρωβουλευτής Κορνέλια Ερνστ σημείωσε πως «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να παραδεχθεί την αποτυχία της και αν δεν έχει κάτι άλλο να προτείνει, τότε να αναστείλει την εφαρμογή της οδηγίας μέχρι να την κρίνει το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο». «Διαφορετικά» προσέθεσε «απαιτούμε πανευρωπαϊκή απαγόρευση της συλλογής άχρηστων δεδομένων».

Η Επιτροπή αξιολόγησε την εφαρμογή της Οδηγίας τον Απρίλιο του 2011.
Είχε συμπεράνει τότε πως «η μεταφορά της οδηγίας στην εθνική νομοθεσία είναι άνιση και οι παραμένουσες διαφορές μεταξύ των νομοθεσιών των κρατών μελών δημιουργούν δυσκολίες στους παρόχους υπηρεσιών τηλεπικοινωνιών. Επίσης, η οδηγία, αφ’ εαυτής, δεν εγγυάται ότι τα δεδομένα αποθηκεύονται, ανακτώνται και χρησιμοποιούνται με πλήρη τήρηση του δικαιώματος στην προστασία της ιδιωτικής ζωής και στην προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, πράγμα που οδήγησε τα δικαστήρια ορισμένων κρατών μελών να ακυρώσουν τον νόμο για τη μεταφορά της οδηγίας στην εθνική νομοθεσία τους.»

Δείτε επίσης στην ίδια κατηγορία