Μετ΄ εμποδίων η e-διακυβέρνηση

Περιορισμένη παραμένει η διείσδυση των ηλεκτρονικών δημοσίων υπηρεσιών στη χώρα μας, καθώς σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Παρατηρητηρίου για την Κοινωνία της Πληροφορίας μόλις το 6% των Ελλήνων πραγματοποιεί ολοκληρωμένες ηλεκτρονικές συναλλαγές με το Δημόσιο.

 paratiritirio_logo_F8629.jpg
Το ποσοστό αυτό δεν συνάδει με το ύψος των πόρων που επενδύθηκαν και συνεχίζουν να επενδύονται για τον εκσυγχρονισμό του δημοσίου τομέα, που σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του Παρατηρητηρίου φθάνει το 10% του τζίρου του κλάδου πληροφορικής και πηγαίνει σε έργα του Δημοσίου. Η αποτελεσματικότητα ωστόσο των εν λόγω επενδύσεων τίθεται πολλές φορές υπό αμφισβήτηση, καθώς το παραγόμενο όφελος δεν είναι ανάλογο της επένδυσης. Ως όφελος νοείται αφενός μεν η βελτίωση στην αποδοτικότητα του φορέα που παρέχει την υπηρεσία, αφετέρου δε η αποδοχή και ευρεία χρήση των παρεχόμενων υπηρεσιών από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.

Σε ό,τι αφορά τη χρήση των ηλεκτρονικών δημοσίων υπηρεσιών, σε μεγαλύτερα επίπεδα κινείται το ποσοστό των ατόμων που αναζητούν πληροφορίες από ιστοσελίδες δημοσίων φορέων (19%), ωστόσο παραμένει αρκετά χαμηλότερο από το ποσοστό των χρηστών του Διαδικτύου (34%).

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία του Παρατηρητηρίου για την ΚτΠ, οι τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών (ΤΠΕ) αναγνωρίστηκαν την τελευταία δεκαετία ως βασικός οδηγός του κυβερνητικού εκσυγχρονισμού, με την «ηλεκτρονική διακυβέρνηση» να καταλαμβάνει υψηλές θέσεις στην κυβερνητική ατζέντα για αρκετά χρόνια. Μάλιστα, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, αντίστοιχα, αποτελεί πολιτική προτεραιότητα από το 1999 με το Σχέδιο Δράσης «e-europe», μέχρι και σήμερα με το υφιστάμενο Σχέδιο Δράσης i2010 για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση.

Όπως αναφέρεται στην έρευνα του Παρατηρητηρίου για την ΚτΠ, τα πρώτα χρόνια ανάπτυξης της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης οι προσπάθειες των κυβερνήσεων στράφηκαν κυρίως στην ανάρτηση πληροφοριών στο Διαδίκτυο (στοιχεία φορέων, διαδικασιών, κτλ.), ενώ σημαντικά βήματα έγιναν και στην κατεύθυνση ηλεκτρονικής μεταφοράς διαδικασιών και συναλλαγών. Η υποβολή της φορολογικής δήλωσης, η έκδοση πιστοποιητικού γεννήσεως ή η δήλωση των ασφαλιστικών εισφορών με ηλεκτρονικό τρόπο αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα τέτοιων υπηρεσιών. Αλλά και εσωτερικά στη δημόσια διοίκηση οι επενδύσεις σε τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών συνέβαλαν στην αυτοματοποίηση πολλών λειτουργιών και στην αυτόματη ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ διαφορετικών φορέων.

Τα στοιχεία, καταλήγει η έρευνα, φανερώνουν μια αντίθεση μεταξύ της θετικής στάσης των πολιτών απέναντι στην ηλεκτρονική διακυβέρνηση από τη μια πλευρά και της περιορισμένης χρήσης των υπαρχόντων υπηρεσιών από την άλλη. Σε σύγκριση και με τα αρκετά υψηλότερα ποσοστά των χρηστών του Διαδικτύου εξάγεται το συμπέρασμα ότι οι υπηρεσίες ηλεκτρονικής διακυβέρνησης δεν έχουν ενσωματωθεί αποτελεσματικά στην καθημερινότητα των πολιτών. Πρόκειται δε για μια κατάσταση που δεν αφορά μόνο την Ελλάδα, αλλά και μεγάλη ομάδα ευρωπαϊκών χωρών.

Πλήθος μελετών και αναλύσεων έχουν εκπονηθεί τα τελευταία χρόνια με σκοπό τη διάγνωση των αιτιών της χαμηλής διείσδυσης του e-government και την εξεύρεση λύσεων για την αποτελεσματικότερη παροχή υπηρεσιών. Οι κυριότεροι λόγοι του περιορισμένου αντικτύπου της ηλεκτρονικής διακυβέρνησης εντοπίζονται στην αποσπασματική υλοποίηση έργων από φορείς του Δημοσίου και στην έλλειψη διαλειτουργικότητας συστημάτων και εφαρμογών μεταξύ φορέων, το πολύπλοκο θεσμικό πλαίσιο, τα διοικητικά εμπόδια, κτλ.

Δείτε τη σχετική έρευνα «Η Διακυβέρνηση στην εποχή του Web 2.0» του Παρατηρητηρίου για την ΚτΠ

Δείτε επίσης στην ίδια κατηγορία