ICAP: Επιδεινώθηκε η εταιρική πιστοληπτική ικανότητα

logo_ICAPgroup_F22816.jpgΤρεις στις δέκα ελληνικές επιχειρήσεις θα δανείζονται πλέον με δυσμενέστερους όρους ή δεν θα μπορούν να προσεγγίσουν καν τις πηγές δανειοδότησης, λόγω της επιδείνωσης της πιστοληπτικής τους ικανότητας την τελευταία εξαετία. Την ίδια στιγμή, 1 στις 5 εταιρείες εκτιμάται ότι θα τύχουν καλύτερης συμπεριφοράς.

Σε μελέτη της ICAP Group, που βασίστηκε σε ένα δείγμα 170.301 επιχειρήσεων, τονίζεται ότι, κατά την εξαετία 2003 - 2008, το μέσο ποσοστό των εταιρειών που η πιστοληπτική τους ικανότητα επιδεινώθηκε ανερχόταν σε 29%, ενώ, αντίθετα, το μέσο ποσοστό των εταιρειών που η πιστοληπτική τους ικανότητα βελτιώθηκε ανερχόταν σε 21%. Το δείγμα αποτελούνταν από 92.009 Α.Ε. - ΕΠΕ και 78.292 Ο.Ε. - Ε.Ε. και Ατομικές Επιχειρήσεις, οι οποίες είχαν αξιολογηθεί κατά τα έτη 2003 - 2008 για την εξέλιξη της πιστοληπτικής τους ικανότητας.

Οπως αναφέρει η ICAP, λόγω της αύξησης των εταιρειών των οποίων η αξιολόγηση οδήγησε σε αρνητική αναθεώρηση της πιστοληπτικής τους ικανότητας, η διαφορά ανάμεσα σε αυτές και σε εκείνες των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα αναβαθμίστηκε, διαμορφώθηκε στο 38%. Ετσι για κάθε 100 εταιρείες, που η πιστοληπτική της ικανότητα αναβαθμίστηκε, αντιστοιχούν 138 εταιρείες, των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα υποβαθμίστηκε.

Από τα στοιχεία του δείγματος, παρατηρείται ότι, κατά μέσο όρο, αυξήθηκαν σε ποσοστό 32% οι εταιρείες που ανήκουν στην περιοχή Υψηλού Πιστωτικού Κινδύνου (από 21.498 επιχειρήσεις, σε 28.405 επιχειρήσεις), ενώ μειώθηκαν κατά μέσο όρο 9% οι εταιρείες που βρίσκονταν στην περιοχή Χαμηλού Πιστωτικού Κινδύνου (από 49.503 επιχειρήσεις, σε 45.088 επιχειρήσεις) και κατά 2,5% οι επιχειρήσεις Μεσαίου Πιστωτικού Κινδύνου (από 99.300 επιχειρήσεις, σε 96.808 επιχειρήσεις).

Συναλλακτική συμπεριφορά

Επίσης, εξετάζοντας τη συναλλακτική συμπεριφορά (πτωχεύσεις και καθυστερήσεις πληρωμών) των επιχειρήσεων για κάθε ένα από τα έτη που εξετάζονται στη συγκεκριμένη μελέτη, συμπεραίνονται, το 2004 ότι οι ασυνεπείς επιχειρήσεις αυξήθηκαν κατά 7,76%, το 2005 κατά 15,15% και το 2006 κατά 32,24%.

Βελτίωση της επίδοσης των επιχειρήσεων παρατηρείται το 2007, όπου μειώθηκαν οι ασυνεπείς επιχειρήσεις κατά 11,19%, γεγονός το οποίο επιβεβαιώνεται και από τα ιδιαίτερα καλά οικονομικά αποτελέσματα που καταγράφηκαν στους ισολογισμούς της συγκεκριμένης χρήσης. Παρ' όλα αυτά, η βελτίωση αυτή δεν συνεχίστηκε και το 2008, οπότε παρατηρείται αύξηση της ασυνέπειας κατά 4,48%, τάση που αποδίδεται κυρίως στην ύφεση, στην οποία εισήλθε η διεθνής οικονομία το τελευταίο τρίμηνο του 2008.

Αναβάθμιση Α.Ε. - ΕΠΕ

Οσον αφορά στις Α.Ε. - ΕΠΕ, των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα αναβαθμίστηκε το 2008, αυτές παρουσίασαν μέση αύξηση του καθαρού περιθωρίου κέρδους κατά 51%, αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων τους κατά 38%, μέση μείωση υποχρεώσεων κατά 3% και μέση μείωση του μέσου όρου είσπραξης απαιτήσεων κατά 11%.

Αντίθετα, οι Α.Ε. - ΕΠΕ επιχειρήσεις, των οποίων η πιστοληπτική ικανότητα επιδεινώθηκε κατά το 2008, παρουσίασαν μέση μείωση του καθαρού περιθωρίου κέρδους κατά 24%, αποδοτικότητας των ιδίων κεφαλαίων κατά 16%, αύξηση του συνόλου των υποχρεώσεων κατά 5% και αύξηση του μέσου όρου είσπραξης απαιτήσεων κατά 12%.

Ο κ. Ν. Κωνσταντέλλος

Σύμφωνα με το διευθύνοντα σύμβουλο του ομίλου ICAP Group, Νικήτα Κωνσταντέλλο, η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση επηρεάζει έντονα και αρνητικά και τις ελληνικές επιχειρήσεις. Παρ' όλα αυτά, θεωρεί ότι θα ήταν πρώιμο κάποιος να αναφερθεί σε μεγέθη, καθώς ακόμα δεν έχουν δημοσιευθεί τα οικονομικά στοιχεία της χρήσης 2008 και σίγουρα θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί μέχρι και το πρώτο εξάμηνο του 2009, για να δούμε πώς κινήθηκαν τα θεμελιώδη μεγέθη των επιχειρήσεων.

Επίσης, τονίζει ότι στις εκτιμήσεις που γίνονται θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη οι επιμέρους κλάδοι της ελληνικής οικονομίας, όπως η υγεία, τα τρόφιμα κ.ά., που αναμένεται να επηρεαστούν λιγότερο σε σχέση με κλάδους που σχετίζονται με την οικοδομική δραστηριότητα, το real estate, καθώς και κλάδους οι οποίοι εμφανίζουν υψηλή εξάρτηση από το τραπεζικό σύστημα και από τις χρηματοδοτήσεις, διότι οι τράπεζες θα κινηθούν ιδιαίτερα προσεκτικά, αναλαμβάνοντας όσο το δυνατό μικρότερο ρίσκο.

 


 

Δείτε επίσης στην ίδια κατηγορία