ΣΙΦΝΟΣ

Satelite Map
Πατήστε για μεγέθυνση ΣΙΦΝΟΣ Πατήστε για μεγέθυνση ΞΩΚΛΗΣΙ Πατήστε για μεγέθυνση ΛΙΜΑΝΙ Πατήστε για μεγέθυνση ΠΛΑΤΥ ΓΙΑΛΟΣ

Η Σίφνος ανήκει στο σύμπλεγμα των Δυτικών Κυκλάδων και βρίσκεται ανάμεσα στα πλησιέστερα νησιά Κίμωλο (10 ναυτικά μίλια), Σέριφο (12 ναυτικά μίλια) Πάρο (14 ναυτικά μίλια) και Μήλο (20 ναυτικά μίλια). Έχει σχήμα σφηνοειδές, στο οποίο οφείλει και μία από τις αρχαίες ονομασίες της "Ακίς". Το μήκος της από Βορρά προς Νότο είναι 18χμ. και το πλάτος της από Δυσμάς προς Ανατολή είναι 8χμ. Η έκταση της Σίφνου είναι 74 τετραγωνικά χμ., η περίμετρός της είναι 28 ναυτικά μίλια και απέχει από τον Πειραιά 75 ναυτικά μίλια.

Το έδαφος της είναι ανάγλυφο και σχηματίζει λόφους με ψηλότερο βουνό τον Προφήτη Ηλία, ή Άη Νηγιά (680μ). Η θάλασσα σχηματίζει γραφικούς κόλπους, αλλού με ευρύχωρες αμμουδερές παραλίες και αλλού με μικρές και απόκρυφες όπως οι Καμάρες, ο Πλατύς Γιαλός, το Βαθύ, ο Φάρος, το Βλυχό η Φυκιάδα κ.α. Στη Σίφνο ανήκει και η ιδιόκτητη σήμερα ερημόνησος Κιτριανή με μοναδικό κτίσμα το εκκλησάκι της Κυπριανής στα Ν.Α. και σε μικρή απόσταση από τον Πλατύ Γιαλό. Οι δύο χιλιάδες περίπου μόνιμοι κάτοικοι της Σίφνου, ασχολούνται με τη γεωργία, τη κτηνοτροφία την αλιεία, κυρίως όμως με την αγγειοπλαστική, (σε βαθμό που το όνομα «Σιφνιός» έγινε συνώνυμο με το όνομα "αγγειοπλάστης"), την εμπορική ναυτιλία και τον τουρισμό.

Από τα προϊόντα της Σίφνου τα πιο γνωστά είναι: το μέλι, το κρασί, η μανούρα, η ξυνομυζήθρα, η κάπαρη, τα σύκα, τα αμυγδαλωτά, τα μπουρέκια, οι κουραμπιέδες, τα κουλούρια, το παστέλι, η μελόπιτα και πάνω απ' όλα τα θαυμάσια κεραμικά και υφαντά. Η Σίφνος σήμερα διοικητικά υπάγεται στο Επαρχείο Μήλου και στη Νομαρχιακή Αυτοδιοίκηση Κυκλάδων. Οι δύο Κοινότητες της Απολλωνίας και του Αρτεμώνα στις οποίες χωρίστηκε το νησί το 1914, μετά τη συνένωσή τους αποτελούν τον ενιαίο Δήμο Σίφνου από το 1999.

Κατά την επικρατέστερη εκδοχή το γεωγραφικό όνομα Σίφνος αποδόθηκε στο νησί, από το όνομα Σίφνος που ήταν γιος του ήρωα της Αττικής Σουνίου. Άλλες ονομασίες ήταν Ακίς πιθανώς από το μυτερό και τριγωνικό σχήμα της και Μερόπη πιθανώς όταν κυριαρχούσαν στο νησί οι Μινωίτες και Μερόπη λεγόταν η εγγονή του Μίνωα κόρη της Αριάδνης και του Οινοπίωνα. Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας το όνομα Σίφνος όπως και τα γεωγραφικά ονόματα των άλλων Κυκλάδων έλαβε διάφορες παραλλαγές όπως Σίφινος, Σίφουνος, Σίφανος, Σίφανο, Σίφανα και Σίφαντο.

3000-2000 π.Χ.: Η Σίφνος κατοικήθηκε από Προέλληνες ή Αιγαίους. Σημειώθηκε μεταλλευτική δραστηριότητα στο νησί.

1130-1120 π.Χ.: Εγκαταστάθηκαν στο νησί Ίωνες από την Αθήνα. Πιθανολογείται η ίδρυση του "άστεως" του σημερινού Κάστρου και η μετονομασία του νησιού σε 8ος-5ος αι. π.Χ. Γνώρισε οικονομική άνθιση χάρη στο μεταλλευτικό της πλούτο, έκοψε δικό της νόμισμα.

525 π.Χ.: Ιδρύθηκε ο περίφημος θησαυρός των Σιφνίων στους Δελφούς.

5ος-4ος αι.: Kατά τους περσικούς πολέμους οι Σίφνιοι αρνήθηκαν να δώσουν "γη και ύδωρ" και έλαβαν μέρος στη ναυμαχία της Σαλαμίνας (480 π.Χ.).

388 π.Χ.: Το νησί περιήλθε στη μακεδονική εξουσία.

4ος-3ος αι. π.Χ.: Έζησαν ο βασιλικός γιατρός Δίφιλος ο Σιφνιός, που έγραψε το έργο "Περί των προσφερομένων τοις νοσούσι και υγιαίνουσιν". (Κατάλληλη δίαιτα για ασθενείς και υγιείς"), και ο χρονογράφος Μάλακος, που έγραψε το έργο "Σιφνίων Όροι" (χρονικό για τα γεγονότα που έγιναν στη Σίφνο).

146 π.Χ.-324 π.Χ.: Η Σίφνος διετέλεσε υπό ρωμαϊκή κατοχή.

1207-1262: Φραγκοκρατία.

1279-1307: Επανήλθε στην κυριαρχία του Βυζαντίου.

1537-1566: Ο Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα προσάρτησε το νησί στο οθωμανικό κράτος, ενώ με εξαίρεση μικρά διαλείμματα, ηγεμόνευσαν οι Γοζαδίνοι υπό τουρκική επικυριαρχία έως το 1617.

1617-1821: Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας το νησί διοικούσε ο Τούρκος αρχηγός του στόλου (Καπουδάν Πασά).

1642: Ο μεγαλέμπορος και επίτροπος της Σίφνου Βασίλειος Λογοθέτης ίδρυσε το μοναστήρι της Παναγίας της Βρυσιανής.

1646-1797: Η Σίφνος υπήρξε έδρα Αρχιεπισκοπής με δικαιοδοσία σε έντεκα νησιά και έδρα της Επισκοπής Σιφνομήλου (1797-1852).

1650: Πάνω σε θεμέλια αρχαίου ναού χτίστηκε ο ναός της Πολιούχου της Σίφνου Παναγίας της Χρυσοπηγής, που είναι σήμερα ένας από τους 230 ναούς που λειτουργούνται.

1687-1854: Περίοδος ακμής της Παιδείας στη Σίφνο, λειτούργησε η περίφημη Σχολή του Αγίου Τάφου, γνωστή ως "Παιδευτήριον του Αρχιπελάγους".

1770-1774: Η Σίφνος διετέλεσε υπό ρωσική κατοχή.

1821: Στον κατάλογο των ορκισμένων φιλικών αναφέρονται και οι Σίφνιοι Νικόλαος Γρυπάρης, Δημήτριος Λαγός και Γεώργιος Μπάος. Το 1821 ο σχολάρχης Νικόλαος Χρυσόγελος (1780-1857) ύψωσε τη σημαία της Επανάστασης στη σχολή της Σίφνου και αφού τέθηκε επικεφαλής 150 Σιφνιών πολεμιστών αποβιβάστηκε στην Πελοπόννησο, όπου ανέπτυξε πολύμορφη αγωνιστική δράση.

1883: Οι Καμάρες καθιερώθηκαν ως επίσημο λιμάνι του νησιού.

Το 1914 ο ενιαίος Δήμος Σίφνίων που ιδρύθηκε το 1836 διαιρέθηκε σε δύο Κοινότητες της Απολλωνίας και του Αρτεμώνα.

1941-1944: Η Σίφνος γνώρισε την ιταλική κατοχή.

1999: Οι δύο Κοινότητες της Σίφνου ενώθηκαν και αποτελούν τον ενιαίο Δήμο Σίφνου.

Το Κάστρο: Πρωτεύουσα της Σίφνου κατά την αρχαία, τη μεσαιωνική και τη νεότερη περίοδο έως το 1836, καθώς και έδρα της Αρχιεπισκοπής Σίφνου (1646-1797) και Επισκοπής Σιφνομήλου (1797-1852). Ο επισκέπτης μπαίνει σήμερα στο Κάστρο από τις παλιές εισόδους-στοές, τις "λόζιες", τις οποίες άλλοτε ασφάλιζαν και προστάτευαν πολεμικοί πύργοι. Δρόμοι και πλατεία μέσα στο Κάστρο είναι κτισμένοι πάνω από τις στέγες μονώροφων σπιτιών, που χρησιμοποιούνται σήμερα ως αποθήκες. Οι παλιές καπνοδόχοι των ισόγειων κατοικιών για την εξαγωγή του καπνού από το τζάκι κατασκευάζονταν στον κάθετο τοίχο που οριοθετούσε το δρόμο.

Στο κάστρο υπάρχουν σήμερα ενοικιαζόμενα δωμάτια, εστιατόρια και εργαστήρια ζαχαροπλαστικής. Τέλος στα νότια ριζά του λόφου του Κάστρου βρίσκεται ο Γιαλός ή Σεράλια (σεράγια, σαράι, τουρκικά «saray»), το αρχαίο λιμάνι της Σίφνου, που σημαίνει «παλάτ», ίσως από τις μεγαλόπρεπες οικοδομές που υπήρχαν στα χρόνια της τουρκοκρατίας στην κοιλάδα του Γιαλού. Εδώ υπάρχουν ψαροταβέρνες και ενοικιαζόμενα δωμάτια.

Εκκλησίες - Μοναστήρια: Πολλές από τις εκκλησίες και τα μοναστήρια της Σίφνου έχουν χαρακτηριστεί ιστορικά μνημεία και έχουν τεράστιο ιστορικό και αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον. Χαρακτηριστικά αναφέρονται τα εξής: Παναγία η Αγγελόκτιστη στην Καταβατή, Μοναστήρι του προφήτη Ηλία του Ψηλού, Μοναστήρι του Χρυσοστόμου στο Κάτω Πετάλι, Παναγία τα Γουρνιά στο Πάνω Πετάλι, Άγιος Αντύπας στο Πάνω Πετάλι, Άγιος Κωνσταντίνος στον Αρτεμώνα, Παναγία της Άμμου και Παναγία η Κόγχη στον Αρτεμώνα, Παναγία Ελεούσα στο κάστρο, Μοναστήρι Παναγίας Πουλάτης, Παναγία του Βουνού, Μοναστήρι της Παναγίας της Χρυσοπηγής.

Στο νησί υπάρχουν συνολικά 227 εκκλησίες. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν όλες οι εκκλησίες του Κάστρου, καθώς η εκκλησία της Χρυσοπηγής, Παναγίας Βρύσης, Μονή Πανάγιας Βουνού, Αγγελόκτιστη Καταβατής, Άγιος Σώζων, Παναγιά η Κόχη, Παναγία τα Γουρνιά, Παναγία η Άμμο, Άγιος Γεώργιος Αφέντης, Άγιος Λουκάς, Άγιος Κωνσταντίνος.

Αρχαίοι Πύργοι - Αρχαίες Ακροπόλεις - Παλαιά Ορυχεία: Πενήντα πέντε αρχαίοι πύργοι, βρίσκονται διάσπαρτοι, σε όλο το νησί. Οι αρχαιότεροι, είναι κτισμένοι, τον 6ο π.χ αιώνα και οι τελευταίοι τον 3ο π.χ. αιώνα. Σε καλή κατάσταση είναι μόνο ο Άσπρος. Οι πύργοι κτίσθηκαν μετά την επιδρομή των Σαμίων και σκοπό είχαν να στέλνουν σήματα στις αρχαίες ακροπόλεις. Αργότερα το δίκτυο αναπτύχθηκε και τα σύστημα ανταλλαγής σημάτων απλώθηκε σε ολόκληρο το νησί. Η μέθοδος επικοινωνίας όπως αναφέρει ο Θουκυδίδης , πρέπει να ήταν ο καπνός και η φωτιά.

Αρχαιολογικό Μουσείο: Στο Κάστρο λειτουργεί Αρχαιολογικό μουσείο με έκθεση συλλογής αρχαϊκών και ελληνιστικών γλυπτών. Αναπαλαιώθηκε από το Υπουργείο Πολιτισμού στις αρχές της δεκαετίας του 1980 και από το 1986 λειτουργεί κανονικά.

Μουσείο Λαογραφικό και Λαϊκής Τέχνης: Στην Απολλωνία (στην κεντρική πλατεία Ηρώων) υπάρχει λαογραφικό μουσείο, ιδιοκτησίας του Συνδέσμου Σιφνίων και περιλαμβάνει εκθέματα από την παραδοσιακή ζωή του νησιού όπως αγροτικά εργαλεία, είδη οικιακής χρήσης, τοπικές ενδυμασίες, κ.α.

Μουσείο Εκκλησιαστικής Τέχνης: Βρίσκεται στη Μονή της Βρυσιανής. Στο χώρο του εκτίθενται χειρόγραφα, περγαμηνές με κώδικες, έντυπα παλαιών εκδόσεων, Ευαγγέλιο του 1796, λειψανοθήκες, εξαπτέρυγα, ιερά σκεύη, άμφια, εικόνες, το κεντητό φελόνι της Κασσιανής κ.α.

Παραδοσιακοί Οικισμοί: Οι οικισμοί της Σίφνου χαρακτηρίζονται από μια πολυμορφία. Η  ρυμοτομία στην περιοχή του Κάστρου έχει καθαρά αμυντικό χαρακτήρα. Ο οικισμός του Κάστρου διατηρεί αναλλοίωτο το μεσαιωνικό χαρακτήρα του με τα στενά σοκάκια γεμάτα από σκαλισμένες μαρμάρινες σαρκοφάγους, τις λόντζιες (πύλες από τις οποίες εισέρχεται κανείς στον οικισμό) και φυσικά τα ερείπια του κάστρου που δέσποζε στην κορυφή του. Τα πιο πολλά σπίτια είναι δίπατα και τρίπατα διαμπερή.

Οι περισσότεροι παραδοσιακοί οικισμοί είναι συγκεντρωμένοι στο κεντρικό οροπέδιο του νησιού με αποτέλεσμα να μην διαχωρίζονται τα όρια τους δίνοντας την εντύπωση ενός συνεχόμενου οικισμού χωρίς αρχή και τέλος. Ένας παραδοσιακός πεζόδρομος  από τον Αρτεμώνα φτάνει έως την Καταβατή αφού περάσει από τους οικισμούς του Άνω Πεταλιού και της Απολλωνίας, ενώ υπάρχει σύνδεση, με πλακόστρωτο, με τον Αη Λούκα, τα Εξάμπελα, το Κάτω Πετάλι και το Κάστρο.

Η περιοχή του Αρτεμώνα φημίζεται και για τα αρχοντικά της σπίτια. Σε όλα τα παράλια έχουν αναπτυχθεί οικισμοί παράλληλα με τον αιγιαλό. Τα πρώτα κτίσματα ήταν παλιά αγγειοπλαστεία με καμίνια τα οποία χτίζονταν κοντά στην παραλία προκειμένου να έχουν άμεση πρόσβαση σε καΐκια για να φορτώνουν τα κεραμικά.

Καμάρες: Οι Καμάρες είναι το μεγαλύτερο παραλιακό χωριό και το λιμάνι της Σίφνου, από τα τέλη του περασμένου αιώνα. Εδώ βρίσκεται η αποβάθρα του λιμανιού και υπάρχουν πρακτορεία πλοίων, καταστήματα, παντοπωλεία, εστιατόρια, εργαστήρια ζαχαροπλαστικής, αγγειοπλαστικής, ενοικιαζόμενα δωμάτια, γραφεία ενοικίασης αυτοκινήτων και μοτοποδηλάτων, πρακτορείο εφημερίδων, περίπτερα, ιδιωτικός χώρος κατασκήνωσης (camping). Στις δυτικές παρυφές του οικισμού υπάρχουν οι επαύλεις των εύπορων Σιφνιών. Απέναντι, στους πρόποδες του βουνού του Αγίου Συμεών είναι κτισμένη η συνοικία της Αγίας Μαρίνας ή Πέρα Μπάντα, όπου υπάρχουν ταβέρνες και ενοικιαζόμενα δωμάτια.

Πλατύς Γιαλός: Είναι η πιο πολυσύχναστη παραλία του νησιού και θεωρείται μία από τις μεγαλύτερες παραλίες των Κυκλάδων. Εδώ υπάρχουν ξενοδοχεία, ενοικιαζόμενα δωμάτια, δημοτικός οργανωμένος χώρος κατασκήνωσης (camping), παντοπωλεία, εστιατόρια, εργαστήρια αγγειοπλαστικής.

Βαθύ: Το τοπωνύμιο «Βαθύ» (εννοείται «βαθύ» λιμάνι ή «βαθύ» έδαφος) είναι το ουδέτερο του επιθέτου «βαθύς» που έχει μετατραπεί σε υποδηλώνει ότι το λιμάνι βρίσκεται σε βαθύτερο, σε χαμηλότερο σημείο σε σχέση με τη γύρω περιοχή. Η διάνοιξη και ασφαλτόστρωση του δρόμου καθώς και η κατασκευή αποβάθρας καθιστούν σήμερα τον γραφικό και ήρεμο αυτόν παραλιακό οικισμό πολύ προσιτό στον επισκέπτη και από τη στεριά και από τη θάλασσα. Στο μέσο περίπου της διαδρομής βρίσκεται το μοναστήρι του Ταξιάρχη της Μερσίνης (1738). Προς το δεξιό άκρο της μεγάλης και πεταλόσχημης παραλίας με την ήρεμη θάλασσα είναι χτισμένη η δισυπόστατη εκκλησία των Ταξιαρχών και της "Ευαγγελίστριας" (17ος αιώνας). Στο Βαθύ υπάρχουν ενοικιαζόμενα δωμάτια, παντοπωλεία, εστιατόρια, καθώς και εργαστήρια και εκθέσεις κεραμικών.

Φάρος - Χρυσοπηγή: Ο Φάρος βρίσκεται στα Ν.Α της Σίφνου και θεωρείται το ασφαλέστερο λιμάνι του νησιού, του οποίου ήταν και το επίσημο λιμάνι ως το 1883. Εδώ υπάρχουν εστιατόρια, παντοπωλείο, ενοικιαζόμενα δωμάτια. Ο Φάρος είναι ένα ήσυχο ψαροχώρι, με γραφικές συνεχόμενες αμμουδερές παραλίες: τη Φασολού, το Φάρο, το Γλυφό. Απ' εδώ αρχίζει το μονοπάτι που, μετά από σύντομη διαδρομή, οδηγεί στο Αποκοφτό και στη Χρυσοπηγή. Στη δυτική αγκάλη του κόλπου σώζονται τα ερείπια από τις εγκαταστάσεις φόρτωσης μεταλλεύματος σε πλοία για τη μεταφορά του και επεξεργασία του στο Λαύριο.

Χερρόνησος: Κατά την διαδρομή προς τη Χερρόνησο ο επισκέπτης συναντάει τους αγροτικούς οικισμούς Τρουλλάκι, όπου υπάρχει και εξοχική ταβέρνα, και Διαβρούχα όπου υπάρχει εργαστήριο αγγειοπλαστικής. Ο άλλοτε απομονωμένος οικισμός στη βορινή εσχατιά του νησιού έγινε προσπελάσιμος από την ξηρά με την διάνοιξη δρόμου. Η Χερρόνησος ανήκει στην ευρύτερη περιφέρεια του Αρτεμώνα, είναι ένα παραδοσιακό ψαροχώρι, με μικρή αμμουδιά στο παρελθόν ήταν ένας ζωντανός οικισμός αγγειοπλαστών. Εδώ υπάρχουν δύο ψαροταβέρνες, λίγα ενοικιαζόμενα δωμάτια και ένα παραδοσιακό εργαστήριο αγγειοπλαστικής.

Η Σίφνος παραμένει πιστή στις παραδόσεις και διατηρεί έθιμα όπως αυτά του «Πανηγυρά», των τοπικών καλάντων, του γάμου του «Λωλοπανήγυρου», του χορού του «Κύρ-Βοριά», των αποκριάτικών χορών με τις «καμηλωσίες», (μασκαρέματα), του καρναβαλιού, του «πάστου» κ.α.

Στα περισσότερα ξωκλήσια και μοναστήρια γίνονται τουλάχιστον μια φορά το χρόνο παραδοσιακά πανηγύρια με κοινά δείπνα που θυμίζουν την αρχαία "εστίαση" και τις πρωτοχρονιάτικες "αγάπες". Περιλαμβάνουν παραδοσιακά εδέσματα όπως την σιφνιώτικη ρεβυθάδα και κρέας με μακαρόνια ή πατάτες, ή βακαλάο με πατάτες σαλάτα, κρασί, με συνοδεία νησιώτικης μουσική από βιολί και λαούτο.

Πανηγύρια που συμπίπτουν ειδικά με την τουριστική περίοδο και τελούνται την παραμονή της εορτής είναι:

  • Τον Μάιο ή τον Ιούνιο (κινητή εορτή): της Αναλήψεως και της Χρυσοπηγής.
  • Στις 19 Ιουλίου: του Προφήτη Ηλία.
  • Στις 26 Ιουλίου: του Αγίου Παντελεήμονα στη Χερρόνησο.
  • Στις 2 Σεπτεμβρίου και στις 31 Αυγούστου: του Αγίου Συμεών.
  • Στις 5 Σεπτεμβρίου: του Ταξιάρχη στο Βαθύ.
  • Στις 13 Σεπτεμβρίου: του Σταυρού στο Φάρο και στη Χώνη.
  • Στις 14 Σεπτεμβρίου: του Αγίου Νικήτα στο Σελάδι

Το Πάσχα, που συμπίπτει με την άνοιξη, η Σίφνος βρίσκεται στις ομορφιές της. Οι κατανυκτικές ακολουθίες προσελκύουν την αθρόα προσέλευση των πιστών στις εκκλησίες. Η θρησκευτική συγκίνηση κορυφώνεται με τα εγκώμια και την περιφορά του Επιταφίου στα στενά δρομάκια. Ο αναστάσιμος «χαιρετισμός» διαρκεί επί σαράντα ημέρες. Οι νοικοκυρές ετοιμάζουν τα παραδοσιακά «πουλιά» (πασχαλινές κουλούρες σε διάφορα σχήματα ζώων και πουλιών), στολισμένα με κόκκινα αυγά. Το αρνί εδώ ψήνεται στο μαστέλο, τοποθετημένο πάνω σε σχάρα από κληματόβεργες, με ντόπιο κόκκινο κρασί και άνηθο. Από το εορταστικό τραπέζι δεν απουσιάζει η σπιτική ξινομυζήθρα, και η γευστικότατη μελόπιτα, ένα τοπικό γλυκό από μέλι, μυζήθρα και αυγά.

Να αναφέρουμε επίσης και το κάψιμο του Ιούδα  το Πάσχα, το «Λωλοπανήγυρο» το Φεβρουάριο, τον «Κυρ-Βοριά» την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς και το παιχνίδι της Σαρακοστής τα «Τσούνια», τα οποία αποτελούν ιδιαίτερα έθιμα της Σίφνου με παμπάλαιες ρίζες.

Επισυναπτόμενα Αρχεία

ΔΗΜΟΣ ΣΙΦΝΟΥ2284360310
ΓΡΑΦΕΙΟ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ2284033661
ΚΕΠ ΣΙΦΝΟΥ2284033880
ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΣ ΣΤΑΘΜΟΣ2284031210
ΛΙΜΕΝΑΡΧΕΙΟ2284033617
ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟ ΠΟΛΥΔΥΝΑΜΟ ΙΑΤΡΕΙΟ2284031315
ΛΕΩΦΟΡΕΙΑ2284031977
ΤΑΞΙ2284031656